stamchoc5--2-thumb-large

Της Εύας Στάμου

Τα αποτελέσματα δύο ερευνών που ολοκληρώθηκαν πρόσφατα από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, είναι μάλλον σοκαριστικά. Οι νεαροί συμμετέχοντες θεώρησαν τον έπαινο που τονώνει την αυτοεκτίμησή τους σημαντικότερο από μία σειρά ευχάριστων ή εθιστικών δραστηριοτήτων, όπως την κατανάλωση σοκολάτας, γλυκών, φαγητού και αλκοόλ. Συμφώνησαν επίσης ότι ακούγοντας λόγια θαυμασμού νιώθουν καλύτερα κι από τη στιγμή που παίρνουν στα χέρια τους τον μισθό του μήνα.

Κι αν αυτά προκαλούν έκπληξη, τι να πει κανείς για την απάντησή τους σε σχέση με τον χρόνο που θα μπορούσαν να περάσουν με τον καλύτερό τους φίλο, ή κάνοντας σεξ με τον ή τη σύντροφό τους, σε αντιδιαστολή με τα κομπλιμέντα και τον έπαινο; «Σεξ ή επιβράβευση;» ερωτήθηκαν, και οι περισσότεροι απάντησαν δίχως δεύτερη σκέψη: «επιβράβευση». Τα λόγια θαυμασμού και εκτίμησης που ανεβάζουν την αυτοπεποίθηση θεωρήθηκαν πιο αναγκαία, πιο σημαντικά και πιο… απολαυστικά από οποιαδήποτε σεξουαλική δραστηριότητα.

Η πίεση να διαπρέψεις στην ανταγωνιστική κοινωνία που ζούμε έχει πάρει τη μορφή κοινωνικού πρωταθλητισμού. Δεν φτάνει να είμαστε καλοί σε κάτι και να το απολαμβάνουμε, πρέπει να διακριθούμε, να ξεχωρίσουμε, να γίνει γνωστό σε όλους ότι είμαστε έξυπνοι, ταλαντούχοι, απλά οι καλύτεροι.

Ζούμε στην εποχή του like, στην εποχή των τηλεοπτικών παιχνιδιών όπου κάποιοι από τους συμμετέχοντες αναγορεύονται εν μία νυκτί καταπληκτικοί τραγουδιστές, χορευτές, ή υπεραθλητές, κερδίζοντας βραβεία, χρήματα, κι εκατομμύρια θαυμαστές.

Ζούμε την εποχή της υπερβολής όπου κάθε φράση ακολουθείται υποχρεωτικά από τρία θαυμαστικά και η κάθε ανάρτηση φωτογραφίας από παραλήρημα κομπλιμέντων. Το νόημα της γλώσσας καθώς και η έννοια του αισθητικά ωραίου ή ενδιαφέροντος υπονομεύονται, την ίδια στιγμή που ο κάθε χρήστης μεταφέρεται συναισθηματικά στην παιδική ηλικία του, τότε που κάθε αδέξια κίνηση, αστεία φράση ή χαριτωμένη ζωγραφιά αποθεωνόταν από το οικογενειακό περιβάλλον του.

Ίσως είναι ακριβώς στην παιδική ηλικία που πρέπει να αναζητηθεί το νόημα του απροσδόκητου αποτελέσματος των ερευνών. Ήταν άραγε οι περισσότεροι συμμετέχοντες παιδιά που συστηματικά λάμβαναν από τους δικούς τους λεκτική επιβράβευση, ή μήπως άκουγαν σπάνια επαίνους για τα επιτεύγματα ή την εμφάνισή τους και γι’ αυτό τους έχουν τόση ανάγκη στο παρόν;

Έκαναν μήπως οι δάσκαλοι κι οι γονείς τους το λάθος να παραπονούνται κάθε φορά που δεν αρίστευαν, επαναλαμβάνοντας πόσο μεγάλες προσδοκίες έχουν από αυτούς, γιατί ξέρουν πόσο ιδιαίτεροι και μοναδικοί είναι; Αμελούσαν ίσως να τους επιβραβεύουν για συγκεκριμένες δεξιότητές τους, ας πούμε στην κολύμβηση, την επίλυση εξισώσεων ή τη μουσική εμμένοντας στις αδυναμίες τους — ή, αντιθέτως, αγνοούσαν τις αδυναμίες ή τις ελλείψεις τους, τονίζοντας τους μόνο πόσο καταπληκτικοί είναι;

Όποια κι αν ήταν τα θετικά και τ’ αρνητικά της ανατροφής τους, υποψιάζομαι ότι κανείς δεν φρόντισε να τους εξηγήσει ότι δεν χρειάζεται να είμαστε οι πιο όμορφοι, έξυπνοι, δυνατοί ή ταλαντούχοι για να μας αγαπούν — και πως η αξία και η αυτοεκτίμησή μας δεν θα πρέπει να εξαρτώνται αποκλειστικά από τις αντιδράσεις και τις απόψεις των άλλων. Και κάπως έτσι φτάσαμε να ζούμε την εποχή όπου ο εθισμός στην επιβράβευση επισκιάζει κάθε άλλη απόλαυση, ακόμα κι αυτή του σεξ. protagon.gr