Ο Γιάννης Σπανός , ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης, δεν είναι πλέον ανάμεσα μας, έφυγε  σήμερα 31 Οκτωβρίου, ξαφνικά  από τη ζωή στα 85 του χρόνια αφήνοντας πίσω του ένα σπουδαίο έργο.

Οι πληροφορίες αναφέρουν πως ο αγαπημένος συνθέτης ήταν καλά στην υγεία του και δεν αντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα. Βρισκόταν δε, σε πρόβες με αφορμή τις ζωντανές εμφανίσεις που θα πραγματοποιούσε στο Γυάλινο θέατρο μαζί με τον Μίμη Πλέσσα και Γιώργο Χατζηνάσιο.

Η έντυπη έκδοση του  «ΜΑΖΙ» στο 3ο τεύχος  το 2003, είχε τη τιμή να καταγράψει και να παρουσιάσει κομμάτια της ζωής  και της καλλιτεχνικής  του διαδρομής .

Ο Κορίνθιος συνθέτης μιλάει στον συνάδελφο και συνεργάτη τότε του «ΜΑΖΙ classicus»,  Δημήτρη Ρεκουνιώτη , για τη μεγάλη του αγάπη, την μουσική, τα τραγούδια του αλλά και την σημερινή του πορεία στο καλλιτεχνικό στερέωμα της χώρας μας.

Το δημοσίευμα  και η κουβέντα που μας χάρισε αυτός ο απλός μα τόσο μεγάλος άνθρωπος και δημιουργός.

Γιάννης Σπανός

Ο μουσικοσυνθέτης της αγάπης…

Ανάμεσα στις μεγάλες προσωπικότητες που ανέδειξε η Κορινθία είναι και αυτή του Γιάννη Σπανού, του συνθέτη που έγραψε τη δική του ιστορία στα μουσικά δρώμενα της χώρας μας. Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για να αναφερθεί κανείς στο έργο του Γιάννη Σπανού αφού είναι λίγο πολύ γνωστό σε όλους. Χρέος μας όμως είναι να ανοίγουμε μερικές φορές αυτά τα «κεφάλαια» της ιστορίας, να υπενθυμίζουμε στις νεότερες γενεές το έργο των ανθρώπων που έβαλαν την δική τους υπογραφή στην τέχνη που ονομάζεται μουσική, όπως έγινε στην περίπτωση του Γιάννη Σπανού.

Ο ιδρυτής του «ΝΕΟΥ ΚΥΜΜΑΤΟΣ», ο δημιουργός των μεγάλων τραγουδιών και επιτυχιών συνεχίζει και σήμερα το δρόμο του στα μουσικά δρώμενα της χώρας μας προσφέροντας απλόχερα τις υπηρεσίες του και την τεράστια εμπειρία του στο τραγούδι και εν γένει στη μουσική.

Ο     Γιάννης Σπανός γεννήθηκε στο Κιάτο το 1934, όπου έζησε και τα παιδικά του χρόνια μέχρι να εγκατασταθεί μόνιμα  πλέον στην Αθήνα, την περίοδο του Γυμνασίου. Από το Κιάτο έχει να θυμηθεί  όμορφες παιδικές στιγμές με τα δύο του αδέρφια αλλά και τους γονείς του , τον πατέρα του Νίκο και την μητέρα του Κασσάνδρα. Αν και οι γονείς του είχαν την επιδίωξη να του κάνουν επιστήμονα αυτός είχε άλλες βλέψεις, αφού από μικρή ηλικία τον κέρδισε η μουσική. Μετά το τέλος των σχολικών του σπουδών περιπλανήθηκε σε χώρες όπως η Ιταλία, η Γερμανία και η Αγγλία. Στο Παρίσι όμως ο Γιάννης Σπανός πήρε τα πρώτα  μεγάλα μαθήματα στη μουσική ξεκινώντας τη μεγάλη του καριέρα στη σύνθεση και τη δημιουργία αυτών των σπουδαίων τραγουδιών που γνωρίζουμε  όλοι μας. Στη Γαλλία διακρίνεται σαν πιανίστας, ακομπανιατέρ των μπουάτ στην αριστερή όχθη του Παρισιού και σύντομα γίνεται γνωστός σαν συνθέτης, υπογράφοντας τραγούδια που ερμήνευσαν προσωπικότητες της διεθνούς σκηνής όπως οι Μπριζίτ Μπαρντό, Ζουλιέτ Γκρέκο, Μαρί Λαφορέτ, Πία Κολόμπια κ.α.

Στην χώρα μας χωρίς να διακόψει τις επαφές του με το Παρίσι επιστρέφει το 1963. Με την πρώτη του μόλις «ελληνική σύνθεση» (Μια αγάπη για το καλοκαίρι σε στίχους Γιώργου Παπαστεφάνου με την Καίτη Χωματά) ξεχωρίζει για τις μουσικές του αρετές και «στηρίζει» το οικοδόμημα του «Νέου Κύματος». Μελοποιεί ποίηση με απλότητα και χαρακτηριστικό προσωπικό ύφος και φέρνει έναν νέο άνεμο  στην ελληνική τραγουδοποιία, γεφυρώνοντας το «ελαφρό» με το έντεχνο λαϊκό. Ορισμένα από αυτά τα τραγούδια της  «πρώτης εποχής» του είχαν κυκλοφορήσει λίγο νωρίτερα στην Ευρωπαϊκή αγορά με Γάλλους καλλιτέχνες.

Παράλληλα κάνει τα πρώτα του βήματα στο λαϊκό τραγούδι με συνθέσεις που ερμηνεύουν οι Γιάννης Πουλόπουλος, Πάνος Τζανετής, Δημήτρης Μητροπάνος, Μιχάλης Βιολάρης, Δούκισσα, Μαρινέλλα, Μπέμπα Μπλανς, Αλέκα Μαβίλη, κ.α. Ο  Γιάννης Σπανός ισορροπεί με μαεστρία ανάμεσα στο «ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΚΟ», «ΝΕΟΚΥΜΜΑΤΙΚΟ» και «ΛΑΙΚΟ» άκουσμα.

Προς τα τέλη της δεκαετίας του ΄60 συνεργάζεται με τον στιχουργό Λευτέρη Παπαδόπουλο και τους μεγάλους λαϊκούς τραγουδιστές της COLUMPIA(Γρηγόρη Μπιθικώτση, Σταμάτη Κόκοτα, Βίκυ Μοσχολιού) και σύντομα χάρη στο πηγαίο ταλέντο του και τη μοναδική, αβίαστη μελωδική του σκέψη, καθιερώνεται σαν ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες του ελληνικού πενταγράμμου.

Το 1969 κυκλοφορεί ο μεγάλος δίσκος 33 στροφών «Μια Κυριακή», απ’ όπου ξεχωρίζουν το ομώνυμο

, «Ακου πως κλαίει ο μπαγλαμάς», «Πες πως μ’αντάμωσες», «Τι σου ‘φταιξαν τα νιάτα μου». Την επόμενη χρονιά συνεχίζονται με το LP «Τα Σαββατόβραδα»        που περιλαμβάνει τα «Ο τρελός», ‘Μη καλέ μου μη» «ΠειραιωτάκΙ», «Ξύπνησε η πόλη», κ.α.

Το 1974 κυκλοφορεί  η θρυλική πια «ΟΔΟΣ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΟΥΣ»-κι αυτή σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου- με τους Χάρις Αλεξίου, Γιάννη Πάριο   (Είπα να φύγω) και Γιάννη Καλαντζή (Του γιαλού τα κύματα). Στην πορεία ,παρ’ολο που στο «παιχνίδι» της δισκογραφίας ολοένα και περισσότερο παραμερίζεται ο ρόλος του συνθέτη και επικρατεί το προφίλ του ερμηνευτή-star, ο Σπανός συνεχίζει να αποδεικνύει την αξία και τη δυναμική του παραθέτοντας τις καλύτερες στιγμές του σε δίσκους των Μοσχολιού, Πάριου, Νταλάρα, Μητσιά, Πουλόπουλου, Δήμου, Πρωτοψάλτη, Γαλάνη, Χριστιάνας, Μαραγκόζη, Κόκοτα, Γλυκερίας, Κανελλίδου, κ.κα.

Ο Γιάννης Σπανός όμως πέρα από αυτές τις μεγάλες επιτυχίες που έγραψαν ιστορία διακρίνεται για το ήθος του αλλά και για τις σχέσεις του με όλους αυτούς τους μεγάλους ερμηνευτές. Όπως λέει ο ίδιος όλες του οι συνεργασίες ήταν συνεργασίες αγάπης, αφού ποτέ δεν τις έβλεπε ψυχρά επαγγελματικά. «Εγώ είμαι από τους ανθρώπους που αν δεν δημιουργήσουν κλίμα φιλικό δεν μπορώ να δουλέψω, είτε πρόκειται για μουσική είτε για οτιδήποτε» αναφέρει χαρακτηριστικά στην κουβέντα που είχαμε πριν λίγες μέρες στη γενέτειρα του πόλη , το Κιάτο, και συνεχίζει «Αν αμφιβάλλεις τη γνώμη του άλλου δεν κατορθώνεις τίποτα, γιατί η μουσική είναι μια ανταλλαγή. Έχεις εσύ τη δημιουργία αλλά το αποτέλεσμα βγαίνει πάντα με συνεργασία»

Ο Γιάννης Σπανός ακολούθησε το δικό του όραμα στο τραγούδι. Αν και θα μπορούσε στην δεκαετία του ΄70 να γράψει πολιτικό τραγούδι αφού το   επέτρεπαν  και οι καταστάσεις που επικρατούσαν τα χρόνια εκείνα, αλλά δεν το έκανε.

Έγραψε τραγούδια κοινωνικά με χαρακτήρα ερωτικό αλλά και μπαλάντες που θα μείνουν για πάντα στις μνήμες των Ελλήνων. Τα τραγούδια του ένωσαν μπορούμε να πούμε τους ανθρώπους, δημιούργησαν συνθήκες τέτοιες , που ομαλοποίησαν καταστάσεις ή ακόμα και διαταραγμένες σχέσεις.

Τα τελευταία χρόνια ο Γιάννης Σπανός έχει παρουσιάσει στους νεοσύστατους κοσμικούς χώρους, μερικά δείγματα της δουλείας του. Η συνεργασία του με τον Χατζηνάσιο ή ακόμα και το πέρασμα του από την «ΠΥΛΗ ΑΞΙΟΥ» στη Θεσσαλονίκη με τον Γιώργο Πουλόπουλο, καταδείκνυαν ότι ο «μαέστρος» συνεχίζει το έργο του κατανοώντας βέβαια τις σημερινές συνθήκες και τις απαιτήσεις του κόσμου. Για παράδειγμα θα ήθελε να δώσει τραγούδια στον Χατζηγιάννη, στον Αλκίνοο Ιωαννίδη, στην Μελίνα Κανά στην Ελένη Πέτα κ.α. αφού θεωρεί ότι είναι σημαντικοί τραγουδιστές και αποτελο0ύν ένα μεγάλο κεφάλαιο στη χώρα μας. Ο Γιάννης Σπανός όμως σέβεται ιδιαίτερα και το λαϊκό τραγούδι όπου και σ’αυτό έχει δώσει το δικό του στίγμα με σπουδαία τραγούδια, ενώ δεν είναι τυχαία η συνεργασία του με τον Γιάννη Πλούταρχο (Πάει λίγος καιρός) στο τελευταίο  άλμπουμ του Έλληνα ερμηνευτή. Στο μεταξύ το φετινό χειμώνα θα συνεργαστεί για 18 εμφανίσεις με τον Αντώνη Ρέμο.

Πέρα όμως από τη μουσική ο Γιάννης Σπανός εκφράζει την απλότητα του μέσα από την καθημερινότητα και τις ιδιαιτερότητες της. Αρκετές μέρες της εβδομάδος τις περνάει  στο Κιάτο όπου διατηρεί τις επαφές του με φίλους και συγγενείς. Άλλωστε η μεγάλη του αγάπη για το Κιάτο τον οδήγησε να δημιουργήσει και επαγγελματικές σχέσεις στην περιοχή. Η γνωστή «ΜΑΡΚΙΖΑ» αποτελεί έμπνευση του ιδίου και του συνιδιοκτήτη του νυχτερινού κέντρου και καλού του φίλου Γιώργου Αθανασόπουλου. Πρόκειται για έναν μουσικό χώρο όπου νέοι τραγουδιστές ερμηνεύουν μερικές από τις μεγάλες του επιτυχίες καθώς και τραγούδια της σημερινής εποχής.

Τις ελεύθερες ώρες του και όταν δεν έχει στο μυαλό του την μουσική, του αρέσει να σκαλίζει τον κήπο του ή να δημιουργεί νέες γελοιογραφίες, αφού είναι ένα από τα αγαπημένα του χόμπι.

Ο προσφιλής του χαρακτήρας σε συνδυασμό με την ψυχική του ευγένεια και την ηρεμία που τον διακρίνει, τον κάνουν αγαπητό σε μικρούς και μεγάλους.

Γιάννης Σπανός «η αξία περνάει μέσα από την απλότητα και ποτέ μέσα από τις μεγαλοστομίες. Η πραγματική αξία δεν χρειάζεται υποτίτλους ούτε μεταγλωτισμό»