Στην εντόπιση δικτύου  µη σύννομης διακίνησης νοθευμένου – μη ασφαλούς ελαιολάδου προχώρησε  συνεχίζοντας τους ελέγχους για την προστασία των καταναλωτών και της αυθεντικότητας του Ελληνικού Ελαιολάδου η Περιφερειακή Διεύθυνση του Ε.Φ.Ε.Τ. Κεντρικής Μακεδονίας, σε συνεργασία με τη Χημική Υπηρεσία Κεντρικής Μακεδονίας. Συγκεκριμένα  κατά την διεξαγωγή   χημικής ανάλυσης, διαπίστωσε την εμπορία προϊόντος το οποίο, ενώ επισημαίνεται ως εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο, είναι στην πραγματικότητα σπορέλαιο τεχνητά χρωματισμένο, άγνωστης προέλευσης.

Πρόκειται για προϊόν το οποίο στη  συσκευασία του φέρει τις ενδείξεις: «Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο» και «Produced and packed by Spiliopoulos George Chania Creta – 2012015/ AB – EL 40663 – Ανάλωση κατά προτίμηση πριν από 31-122019».  Σημειώνεται ότι όλες οι παραπάνω  ενδείξεις είναι ψευδείς και αποσκοπούν στην παραπλάνηση των καταναλωτών.

Καλούνται όσοι έχουν ήδη προμηθευτεί το ανωτέρω προϊόν (φωτογραφία κάτωθι), να μην το καταναλώσουν.

Ο ΕΦΕΤ επισημαίνει  για άλλη μια φορά στους καταναλωτές- να προσέχουν την ετικέτα του ελαιολάδου που πρόκειται να αγοράσουν όπου, εκτός της ονομασίας πώλησης του προϊόντος και των πληροφοριών για την κατηγορία του ελαιολάδου, πρέπει υποχρεωτικά να αναγράφεται και ο αλφαριθμητικός αριθμός έγκρισης της μορφής EL-40-_ _ _ o οποίος είναι χαρακτηριστικός της μονάδας τυποποίησης, – να αποφεύγουν την αγορά ελαιολάδου από πλανόδιους και ανώνυμους πωλητές και – στην περίπτωση υποψίας λόγω ανεπαρκούς επισήμανσης, δελεαστικής τιμής ή οργανοληπτικών χαρακτηριστικών του ελαιολάδου να επικοινωνούν με τον ΕΦΕΤ στο 11717. – φωτογραφίες νοθευμένων ελαιολάδων είναι καταχωρημένες στην ιστοσελίδα του ΕΦΕΤ, στο πεδίο ΑΡΧΕΣ ΕΛΕΓΧΟΥ – ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΝΟΘΕΙΑΣ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ

Οι δε επαγγελματίες του χονδρικού ή λιανικού εμπορίου ελαιολάδου θα πρέπει να επιλέγουν με προσοχή τους προμηθευτές τους, διασφαλίζοντας τα πραγματικά τους στοιχεία τα οποία επιβεβαιώνουν την αξιοπιστία τους (διεύθυνση επιχείρησης, εγκαταστάσεις παραγωγής, εγκυρότητα τιμολογίων και άλλων παραστατικών) και τη νομιμότητα της διαδικασίας αγοραπωλησίας. Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση μη συμμορφώσεων φέρουν, σύμφωνα με το νόμο, ευθύνη για την οποία μπορεί να τους επιβληθούν ποινικές και διοικητικές κυρώσεις.